- ηπαρίνη
- Βλεννοπολυσακχαρίτης με αντιπηκτική δράση, που φυσιολογικά περιέχεται σε διάφορα όργανα του σώματος – ειδικότερα στο ήπαρ και στους πνεύμονες. Η η. χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις όπου απαιτείται η πρόληψη σχηματισμού πηγμάτων αίματος, όπως για παράδειγμα στη θεραπευτική αντιμετώπιση διαφόρων μορφών θρόμβωσης. Η η. έχει άμεση δράση αλλά μικρή διάρκεια, γι’ αυτό και χορηγείται πολλές φορές το 24ωρο.
Για τη χρήση της στην ιατρική η η. εξάγεται από όργανα ζώων. Δεν είναι δραστική όταν λαμβάνεται από το στόμα και γι’ αυτό χορηγείται ενδοφλεβίως ή ενδομυϊκώς.
* * *η(βιοχ.) αντιπηκτικό που περιέχεται στους ιστούς όλων τών θηλαστικών.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. heparin < hepar (πρβλ. ήπαρ) + -in].
Dictionary of Greek. 2013.